Συνέντευξη με το συγγραφέα Χρήστο Αναστασόπουλο
Πείτε μας σας παρακαλώ μερικά πράγματα για εσάς και για το συγγραφικό σας έργο.
Είμαι 37 χρόνων, –ενίοτε 17 ή 87– μου αρέσει το μαγείρεμα, να παίζω μπιρίμπα, Risk και Monopoly, να πίνω κρασί, να φιλοσοφώ και να πηγαίνω βόλτες με τους φίλους μου. Λατρεύω την Pop μουσική, τις καλές κωμωδίες και τις ταινίες που με κάνουν να κλαίω με λυγμούς. Αγαπάω τα ζώα και τα τελευταία 16 χρόνια όλο και κάποια γάτα κοιμάται στο κρεβάτι μου ή μπλέκεται στα πόδια μου κάθε πρωί την ώρα που φτιάχνω τον καφέ μου. Έχω αμέτρητα ανολοκλήρωτα μυθιστορήματα στον υπολογιστή μου και απλά θέλω να ελπίζω πως κάποια μέρα θα τα ολοκληρώσω.
Πότε νιώσατε ότι θέλετε να γίνετε συγγραφέας, πότε αρχίσατε να γράφετε;
Ξεκίνησα να γράφω ολοκληρωμένες ιστορίες όταν ήμουν 12 με 13 χρόνων, αλλά τότε δεν τόλμησα να το αναφέρω σε κανέναν… Συνειδητοποιημένα θέλησα να γίνω συγγραφέας το 2000 όπου γράφτηκαν οι πρώτες αράδες από το πρώτο μου μυθιστόρημα.
Ποιο είναι το πρώτο σας γραπτό, (κάποιο που δεν έχει δημοσιευτεί);
Το πρώτο μου πόνημα είναι το μυθιστόρημα 3 (τρία) το οποίο εκδόθηκε δεύτερο.
Το πρώτο σας βιβλίο είναι ένα μυθιστόρημα που διαδραματίζεται σε παλαιότερη εποχή. Πώς σας ήρθε η ιδέα; Μιλήστε μας λίγο για τους χαρακτήρες του βιβλίου.
Επέστρεφα από τον Πύργο Ηλείας, όπου είχα πάει αυθημερόν για να διακοσμήσω την βιτρίνα ενός καταστήματος, και λίγο πριν την Ακράτα εισέβαλε στην ζωή μου ο κλειδούχος… Δεν γνώριζα τίποτα, παρά μου γεννήθηκε η επιθυμία να γράψω για ένα σιδηροδρομικό σταυροδρόμι και τη ζωή των ανθρώπων σε αυτό. Λίγο πριν μπω στην Αθήνα άρχισε να σχηματίζεται στο μυαλό μου η μορφή ενός άντρα και πριν εισέλθω σπίτι μου συνειδητοποίησα πως προσπαθούσε να μου επιβάλλει την παρουσία του. Την επόμενη μέρα μου συστήθηκε σαν Γιώργης και μου δήλωσε πως θα είναι ο κεντρικός μου ήρωας. Τον ερωτεύτηκα αμέσως (όπως όλους μου τους ήρωες, καλούς ή κακούς) και ξεκίνησα να γράφω γιατί θέλησα να μάθω τι θα συμβεί στην ζωή του… ίσως φανεί αστείο αλλά ο κάθε ήρωας –τουλάχιστον σε μένα– αποκαλύπτεται αργά και βασανιστικά. Η Ασπασία δημιουργήθηκε για να εξυψώσει τον κεντρικό ήρωα και μου μετέδωσε όλο της τον έρωτα, την αγάπη και τον πόνο που βίωσε, –θυμάμαι εκείνη την ημέρα που με πήρε η μητέρα μου τηλέφωνο και με ρώτησε γιατί έκλαιγα· της μετέφερα την πολύ έντονη σκηνή που έγραψα και θυμάμαι πως μου είπε πως δεν πάω καλά. Ίσως νομίζει ακόμα πως είμαι τρελός για δέσιμο…– Ο Στάθης, η Ραχήλ, ο Νικόλας και ο ιδιαίτερα αγαπημένος μου Κωστής, δημιουργήθηκαν για να μου μάθουν πως ο έρωτας έχει διαφορετικό πρόσωπο για τον καθένα μας και πως η δύναμή του είναι αδάμαστη, ασυγκράτητη, ανίκητη, δεν επιδέχεται κανενός είδους ταμπέλα και δεν κάνει διαχωρισμό σε φύλα, ηλικίες και κοινωνικές τάξεις… Ο παππούς Γιάννης ήταν αυτός που μου έδειξε, για πρώτη φορά, το πρόσωπο του Θεού και μου μετέδωσε την αγάπη του για όλα τα πλάσματα της φύσης. Τέλος, η Μαρία και ο Θεόδωρος μου έμαθαν τι σημαίνει ανιδιοτελής αγάπη.
Ήταν δύσκολο να γράψετε ένα έργο που δεν διαδραματίζεται στην σύγχρονη εποχή;
Δύσκολο πιστεύω πως είναι ό,τι δεν σου αρέσει ή ό,τι σου επιβάλλεται. Η αλήθεια είναι πως πήρα πάρα πολλές συνεντεύξεις, από ανθρώπους που είχαν να μου διηγηθούν κάτι από το παρελθόν τους, γνωστούς μου και μη. Ανέτρεξα σε αμέτρητες σελίδες στο διαδίκτυο και διάβασα αρκετά βιβλία (του Άγγελου Τερζάκη ως επί το πλείστον) για να μπω στο κλίμα της εποχής. Έκανα ταξίδια με το τρένο, για να θυμηθώ την αίσθηση και ρώτησα σταθμάρχες και υπαλλήλους του ΟΣΕ για να με κατατοπίσουν. Η έρευνα για μένα είναι πάντα το πιο σημαντικό και αναπόσπαστο κομμάτι ενός βιβλίου.
Ποιες είναι οι δυσκολίες που αντιμετωπίσατε όταν γράφατε το βιβλίο αυτό;
Ο κλειδούχος και ο γιος του φεγγαριού δεν με δυσκόλεψε ιδιαίτερα, γιατί παρόλο που εκδόθηκε πρώτο ήταν το τρίτο που ολοκλήρωσα, οπότε είχα λίγο περισσότερη εμπειρία, αν και έπρεπε να ξεκλέβω συνέχεια χρόνο από την δουλειά και τους φίλους μου.
Τι πραγματεύεται το δεύτερο βιβλίο σας, το «3»;
Ο αγαπημένος μου φιλόσοφος Πλάτωνας, είναι ο μόνος που αναφέρει την ιστορία της Ατλαντίδας, σε ένα του πόνημα που άφησε ανολοκλήρωτο –όπως πιστεύεται– για κάποιον άγνωστο λόγο. Εγώ έχω την χαρά και την τύχη να έχω στα χέρια μου την συνέχειά του αυτή και την αποκαλύπτω μέσα στο μυθιστόρημά μου 3. Πάντα αναρωτιόμουν για ποιο λόγο ο λόρδος Έλγιν έκλεψε την συγκεκριμένη Καρυάτιδα… Για ποιον ακριβώς λόγο οι κάτοικοι της Ατλαντίδας έφτιαξαν τρεις τάφρους για να την προστατεύουν και γιατί είχαν διαφορετικό χρώμα τα τοιχώματά τους… Γιατί το 3 και κατά συνέπεια η τριάδα είναι θεϊκός αριθμός; Για ποιο λόγο αναφέρεται σε μαρτυρίες πως η θεά Αθηνά μετέφερε τρεις λίθους (κόκκινη, λευκή, μαύρη) από τη χαμένη Ατλαντίδα στη Σάιδα της Αιγύπτου; Τι δύναμη έχουν ή μπορούν να προσδώσουν οι λίθοι αυτοί;
Η Σοφία Φόρτμαν, μια Αγγλίδα αρχαιολόγος, είναι αυτή που χωρίς να το ξέρει, έχει στα χέρια της τη μαύρη λίθο. Την εξουσιαστική λίθο με τη μεγαλύτερη δύναμη, που όλοι προσπαθούν απεγνωσμένα να πάρουν στην κατοχή τους. Τρεις γοητευτικοί άντρες την διεκδικούν και εμπλέκονται στην ζωή της και κανείς δεν της λέει την αλήθεια. Είναι προτιμότερο να ζει στην άγνοια ή στο ψέμα;
Ποιοι συγγραφείς σας έχουν επηρεάσει στον τρόπο που διαχειρίζεστε τα δικά σας έργα;
Πρώτα απ’ όλα ο Όμηρος και ο Ησίοδος, γιατί όλα έχουν μια λογική εξήγηση. Μετά ο Λουκιανός, γιατί δεν χρειάζεται να υπάρχει λογική εξήγηση. Η Ιζαμπέλ Αλιέντε, η Ρόζαμουντ Πίλτσερ, η Καίτη Οικονόμου και η Σόφι Κίνσελα είναι απλά οι αγαπημένες μου. Ο Γκαμπριέλ Γκαρσία Μαρκές, ο Κάφκα, ο Νίτσε, ο Μίλαν Κούντερα, ο Πλάτωνας, ο Κώστας Καρακάσης, ο Άγγελος Τερζάκης και άλλοι πολλοί που θέλω μέρες για να σκεφτώ, με αγγίζουν και με κάνουν να θέλω να γράψω.
Πείτε μας τρία βιβλία άλλων συγγραφέων που σας έχουν σημαδέψει.
Η πιο δύσκολη ερώτηση… Η δίκη του Φραντς Κάφκα, Όταν έκλαψε ο Νίτσε του Ιρβιν Γιάλομ και Το σπίτι των πνευμάτων της Ιζαμπέλ Αλιέντε, γιατί είναι το πρώτο βιβλίο που θέλησα να αγοράσω.
Πείτε μας για το τρίτο σας βιβλίο. Πότε θα εκδοθεί; Ποια είναι η υπόθεσή του;
Το τρίτο μου μυθιστόρημα με τίτλο: Καλοκαίρι – Η πτώση του αόρατου πέπλου, που θα εκδοθεί τον Μάρτιο του 2015, είναι στην ουσία το δεύτερο βιβλίο που ολοκλήρωσα και είναι το πρώτο από την τετραλογία που θα ακολουθήσει.
Ο Νικόλαος Κογιάμα, αναγκάζεται να έρθει σε επαφή με τη φύση και το αόρατο πέπλο πέφτει μπροστά στα μάτια του και του αποκαλύπτει έναν άγνωστο, μαγικό κόσμο όπου άλλοι άνθρωποι δεν μπορούν να αντιληφθούν... Θα ερωτευτεί για πρώτη φορά στην ζωή του –ένα διαφορετικό πλάσμα– και θα κινδυνεύσει θανάσιμα…
Ποια είναι τα χόμπι σας;
Η ζωγραφική σε καμβάδες, ξύλινα τελάρα, τοίχους και πόρτες, ο σχεδιασμός και η κατασκευή ρούχων και τώρα τελευταία η σκηνοθεσία και η δημιουργία video.
Ετοιμάζεστε να γράψετε κάτι καινούριο; Θα γράφατε ένα βιβλίο σε συνεργασία με κάποιον άλλον συγγραφέα; Τι θα σας οδηγούσε να επιλέξετε τον συγκεκριμένο συγγραφέα;
Αυτή την περίοδο ολοκληρώνω το τέταρτο βιβλίο μου, –αστυνομική κωμωδία– το οποίο μετατρέπω παράλληλα σε θεατρικό και μόλις τελειώσω με περιμένει το δεύτερο από την τετραλογία. Είχα ήδη μια συμμετοχή το 2014, στο μυθιστόρημα: Θανάσιμες Αμαρτίες που διατίθεται δωρεάν από την σελίδα μου στο διαδίκτυο, καθώς επίσης και από τις σελίδες των εκλεκτών φίλων – συγγραφέων και συνεργατών που απαρτίζουν την Λερναία Ύδρα. Είμαι επίσης στην ευχάριστη θέση να ανακοινώσω πως με χαρά αποδέχτηκαν την πρότασή μου για συνεργασία οι συγγραφείς Εύη Ρούτουλα και Θεώνη Μπριλή. Οι λόγοι που επέλεξα να συνεργαστώ με τις δυο κυρίες είναι τρεις: πρώτα απ’ όλα η διαφορετική γραφή τους, που μου αρέσει υπερβολικά, δεύτερον η επικοινωνία που έχουμε και τρίτο και πιο σημαντικό η εκτίμηση που τους έχω και σαν ανθρώπους και σαν συγγραφείς.
Με ποια κριτήρια επιλέγετε να διαβάσετε ένα βιβλίο;
Η υπόθεση είναι πάντα το βασικό μου κριτήριο, όταν βέβαια δεν γνωρίζω τον ή την συγγραφέα.
Έχετε δική σας ιστοσελίδα/ blog;
https://anastasopouloschris.wix.com/christos
Τι θα συμβουλεύατε έναν νέο συγγραφέα;
Να μην το βάλει κάτω ποτέ. Να μάθει πως δεν γίνεται να είμαστε όλοι αρεστοί απ’ όλους και να μην δεχτεί ποτέ την κακία, τον αρνητισμό και την σύγκριση με άλλον συγγραφέα, βιβλίο, μυθιστόρημα ή έργο γενικά. Να ξέρει πως δεν γίνεται ο ένας να είναι καλύτερος του άλλου γιατί είναι (είμαστε) ΟΛΟΙ διαφορετικοί! Θα υπάρχει –πάντα– έστω και ένας άνθρωπος που θα αγαπήσει την δουλειά του, αυτό και μόνο είναι αρκετό για να μην τα παρατήσει ποτέ.